-
1 ἠοῖος
A of the morning, ἀστήρ Ion Lyr.Fr.10;ἠοῖαι σαίρεσκον Euph.53.2
; ἡ ἠοίη (sc. ὥρα) the morning,πᾶσαν δ' ἠοίην.. Od.4.447
, cf. Hsch.2 toward the dawn, eastern, ;πρὸς θαλάσσης ἠοίης Hdt.4.100
; πρὸς τοὺς ἠ. τῶν Λιβύων ib. 160; πρὸς ἠοίην (sc. γῆν ) towards the East, Call.Del. 280. (Cf. ἠῷος.) -
2 ἠοῖος
ἠοῖος, ion. auch ἠόϊος, att. ἠῷος, morgendlich, in der Frühe, πᾶσαν δ' ἠοίην μένομεν, sc. ὥραν, den ganzen Morgen warteten wir, Od. 4, 447 (vgl. ἠῷος). – Gegen Morgen, Osten gelegen, östlich, ἠὲ πρὸς ἠοίων ἢ ἑσπερίων ἀνϑρώπων Od. 8, 29; ϑαλάσσης τῆς ἠοίης Her. 4, 100; τοὺς ἠοίους τῶν Λιβύων 4, 160; πρὸς ἠοίην, gen Osten, Callim. Del. 280. – In dor. Form ἀοῖος ἀστήρ, der Morgenstern, Ar. Pax 802, nach Ion.
-
3 ἠοῖος
ἠοῖος, morgendlich, in der Frühe, πᾶσαν δ' ἠοίην μένομεν, sc. ὥραν, den ganzen Morgen warteten wir. Gegen Morgen, Osten gelegen, östlich; πρὸς ἠοίην, gen Osten; ἀοῖος ἀστήρ, der Morgenstern
См. также в других словарях:
ηοίος — ἠοῑος, α και η, ον, ιων,. τ. ἠόϊος, δωρ. τ. ἀοῑος (Α) 1. εώος, πρωινός («ἠοῑος ἀστήρ» το άστρο τής αυγής, ο αυγερινός 2. αυτός που βρίσκεται στην ανατολή ή κατοικεί στις ανατολικές περιοχές (α. «ἠὲ προς ἠοίων ἤ ἑσπερίων ἀνθρώπων», Ομ. Οδ. β.… … Dictionary of Greek